Κακά μαντάτα – Γιατί αφαιρούν έως 22% από τις συντάξεις
Στην Ελλάδα του σήμερα, οι απόμαχοι της εργασίας, οι άνθρωποι που εργάστηκαν σκληρά για δεκαετίες, βλέπουν το δικαίωμα στην αξιοπρεπή σύνταξη να υπονομεύεται καθημερινά. Το οικονομικό τοπίο στο οποίο καλούνται να επιβιώσουν είναι όχι απλώς απαιτητικό, αλλά βαθιά άδικο και επιβαρυντικό. Μία από τις πιο χαρακτηριστικές αδικίες που υφίστανται οι συνταξιούχοι είναι η περίφημη Εισφορά Αλληλεγγύης Συνταξιούχων (ΕΑΣ), ένας μηχανισμός που τους επιβάλλει όχι μόνο περικοπές, αλλά και διπλή φορολογική επιβάρυνση.
Ένα σύστημα που εξαντλεί τους πιο ευάλωτους
Είναι αδιανόητο, αλλά πραγματικό: η φορολογική και ασφαλιστική πολιτική των τελευταίων ετών έχει επιτρέψει να φτάνει η συνολική παρακράτηση από τις συντάξεις σε ποσοστά που αγγίζουν το 22%. Οι βασικοί άξονες αυτής της επιβάρυνσης είναι τέσσερις: η εισφορά για την υγειονομική περίθαλψη, ο φόρος μισθωτών υπηρεσιών, η αμφιλεγόμενη ΕΑΣ και η περιβόητη «προσωπική διαφορά» για τους συνταξιούχους που αποχώρησαν από την εργασία τους πριν το 2016.
Από το 2010 έως και το 2019, οι συντάξεις έχουν περάσει από αλλεπάλληλα κύματα περικοπών. Και αν κάποιοι πίστεψαν πως τα χειρότερα πέρασαν, η πραγματικότητα τους διαψεύδει. Η προσωπική διαφορά, που λειτουργεί ως αντικίνητρο για την καταβολή αυξήσεων, έχει κρατήσει καθηλωμένες τις συντάξεις χιλιάδων πολιτών τα τελευταία τρία χρόνια. Όσες αυξήσεις δόθηκαν (όπως η τελευταία της τάξης του 2,4%) ήταν χαμηλότερες από τον επίσημο πληθωρισμό (3,1% μόνο για τον Ιανουάριο), οδηγώντας σε περαιτέρω μείωση της αγοραστικής δύναμης.
Η ΕΑΣ ως σύμβολο κρατικής αναλγησίας
Η ΕΑΣ δεν είναι απλώς μία ακόμα κράτηση. Είναι η κορυφή του παγόβουνου της φορολογικής αδικίας. Περίπου 400.000 συνταξιούχοι που λαμβάνουν πάνω από 1.400 ευρώ μεικτά, υπόκεινται σε αυτήν τη «συμπληρωματική» εισφορά, η οποία λειτουργεί ως ουσιαστική δεύτερη φορολόγηση. Πολλοί εξ αυτών βλέπουν το εισόδημά τους να μειώνεται σε επίπεδα κατώτερα από συναδέλφους τους με χαμηλότερες αποδοχές. Η Ανώτατη Συνομοσπονδία Συνταξιούχων Ελλάδος έχει ζητήσει επανειλημμένα την πλήρη κατάργηση της ΕΑΣ, τονίζοντας πως οι συνταξιούχοι δεν μπορούν να συνεχίζουν να συντηρούν τον ΑΚΑΓΕ και την Εφορία ταυτόχρονα.
Επιπλέον, είναι εξοργιστικό ότι ακόμα και ποσά που κανονικά εμπίπτουν στο αφορολόγητο, υπόκεινται σε κρατήσεις λόγω της στρεβλής εφαρμογής της ΕΑΣ.
Η απογοητευτική απάντηση της πολιτείας
Παρά τις εκκλήσεις και τις πιέσεις, ο πρόσφατος νόμος 5162/2024 όχι μόνο δεν κατάργησε την ΕΑΣ, αλλά την «κλείδωσε» θεσμικά. Το αποτέλεσμα ήταν απογοητευτικό: από τους περίπου 440.000 συνταξιούχους που πληρώνουν ΕΑΣ, μόνο 93.606 είδαν κάποια μικρή ελάφρυνση ή απαλλαγή. Οι υπόλοιποι συνέχισαν να πληρώνουν το ίδιο ποσό, ακριβώς όπως και πριν. Μέχρι σήμερα, οι συνταξιούχοι έχουν συνεισφέρει πάνω από 10 δισεκατομμύρια ευρώ μέσω της ΕΑΣ, χωρίς ουσιαστικό αντάλλαγμα.
Δύο βαθιές πληγές: φορολογική αναλγησία και στρεβλή τιμαριθμοποίηση
Η πρώτη μεγάλη αδικία είναι ξεκάθαρη: η ΕΑΣ επιβάλλεται από το πρώτο ευρώ, χωρίς να ισχύει το αφορολόγητο των 8.636 ευρώ που ισχύει για άλλες κατηγορίες φορολογουμένων. Αυτό σημαίνει πως η εισφορά λειτουργεί σαν αόρατος φόρος, που αφαιρείται απευθείας από το μεικτό ποσό, πριν από οποιαδήποτε άλλη κράτηση ή φορολογία.
Η δεύτερη αδικία αφορά τον τρόπο τιμαριθμοποίησης των κλιμακίων της ΕΑΣ. Αντί να υπάρχει μια δίκαιη και λογική προσαρμογή των ορίων, το ισχύον σύστημα οδηγεί σε παραλογισμούς: συνταξιούχοι με λίγο υψηλότερες συντάξεις επιβαρύνονται τόσο υπερβολικά, που καταλήγουν να παίρνουν καθαρά λιγότερα χρήματα από άλλους με μικρότερες συντάξεις. Αυτή η στρέβλωση, αν δεν διορθωθεί άμεσα, θα παγιωθεί και θα διαιωνίσει την ανισότητα.
Ο αγώνας για δικαιοσύνη
Οι συνταξιούχοι δεν ζητούν προνόμια. Ζητούν δίκαιη μεταχείριση. Ζητούν ένα σύστημα που να σέβεται τις δεκαετίες δουλειάς τους και να διασφαλίζει μια αξιοπρεπή καθημερινότητα. Ζητούν την κατάργηση της ΕΑΣ, την αναμόρφωση των φορολογικών κλιμακίων και τον τερματισμό της προσωπικής διαφοράς που λειτουργεί σαν «ταβάνι» στις συντάξεις.
Όσο η πολιτεία συνεχίζει να αδιαφορεί, τόσο θα εντείνεται η αίσθηση εγκατάλειψης και αδικίας. Η κοινωνική δικαιοσύνη και η αναγνώριση της συνεισφοράς των συνταξιούχων δεν είναι πολυτέλεια. Είναι χρέος. Και όσο δεν εκπληρώνεται, η ανισότητα θα βαθαίνει και η εμπιστοσύνη προς το κράτος θα διαβρώνεται.
Δημοσίευση σχολίουDefault CommentsFacebook Comments